Σαν είδα τις ρίγανες
στη γαλακτισμένη αυλή σου...
Οι μνήμες πάλι αιχμηρές, τινάχτηκαν...
Τις διώχνω, μα μηδενική η απομάκρυνσή τους.
Κι ο νους πέταξε στα χρόνια της νιότης.
Η μάνα...κι εκείνη έτσι τα έδενε...
Τα προϊόντα της γης του νησιού της.
Και τα καμάρωνε, τους μιλούσε θαρρείς.
Λες γι΄αυτό τη μέρα που τη πήρε ο Θεός
η αντριώτικη γη ξανάνθισε στο καταχείμωνο;
Λες γι΄αυτό εκείνη τη μέρα
να ίσιωσε ανεξήγητα
το μονοπάτι με τις ρίγανες προς το καστρομονάστηρο της Πανάχραντου;
Για να ανέβει ακώλυτα η ψυχή της κοντά στη Παναγιά του νησιού;
Λες;
στη γαλακτισμένη αυλή σου...
Οι μνήμες πάλι αιχμηρές, τινάχτηκαν...
Τις διώχνω, μα μηδενική η απομάκρυνσή τους.
Κι ο νους πέταξε στα χρόνια της νιότης.
Η μάνα...κι εκείνη έτσι τα έδενε...
Τα προϊόντα της γης του νησιού της.
Και τα καμάρωνε, τους μιλούσε θαρρείς.
Λες γι΄αυτό τη μέρα που τη πήρε ο Θεός
η αντριώτικη γη ξανάνθισε στο καταχείμωνο;
Λες γι΄αυτό εκείνη τη μέρα
να ίσιωσε ανεξήγητα
το μονοπάτι με τις ρίγανες προς το καστρομονάστηρο της Πανάχραντου;
Για να ανέβει ακώλυτα η ψυχή της κοντά στη Παναγιά του νησιού;
Λες;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου