Δε τη γνώρισε από το λουλούδι που κρατούσε
Αλλά από το χαμόγελο μιας άνοιξης.
Κι από τα αναπάντητα ερωτήματα ενός παιδιού.
Κι οι ψυχές τους σίμωσαν.
Ζήλεψαν οι πολλοί.
Αναρωτήθηκαν άλλοι.
Γιατί οι ασύμβατοι δρόμοι
είναι σύντροφοι των πολλών.
Μα ως κι η θάλασσα γαλήνεψε μπροστά
στο θάμπος της αγάπης.
Και οι φωτιές έσβησαν δίχως σταγόνα.
Υποκλίθηκαν και οι φλόγες μίκρυναν.
Μπροστά σε μιαν απροσδιόριστη αγάπη
μιας μυρωμένης Άνοιξης.
Αλλά από το χαμόγελο μιας άνοιξης.
Κι από τα αναπάντητα ερωτήματα ενός παιδιού.
Κι οι ψυχές τους σίμωσαν.
Ζήλεψαν οι πολλοί.
Αναρωτήθηκαν άλλοι.
Γιατί οι ασύμβατοι δρόμοι
είναι σύντροφοι των πολλών.
Μα ως κι η θάλασσα γαλήνεψε μπροστά
στο θάμπος της αγάπης.
Και οι φωτιές έσβησαν δίχως σταγόνα.
Υποκλίθηκαν και οι φλόγες μίκρυναν.
Μπροστά σε μιαν απροσδιόριστη αγάπη
μιας μυρωμένης Άνοιξης.