Μέσα στο φόβο και στο θάνατο, θυμήθηκες να είσαι άνθρωπος
τον πλησίον σου στην άλλη άκρη της γης, ως εαυτόν ν’ αγαπάς.
Στον απαγορευμένο σου περίπατο, εκεί, στο κοντινό παρκάκι
απρόσμενα όσους νόμιζες απέναντι, τους είδες δίπλα
δυο-δυο να ξεστρατίζουν για να μη κοντοσταθούν
και να καλημερίζονται με βήμα ρυθμικό κι ανήσυχο.
Κι άλλους σκόρπια, ν’ αφουγκράζονται την ησυχία
παρέα με τα κύματα και τα αλαφιασμένα αλμυρίκια.
Στο μονοπάτι των χαμομηλιών, μεσόστρατα
σκιές μετρούσες μα και ξέφωτα, όταν ανέλπιστα
το δρόμο για τον κήπο της Εδέμ θυμήθηκες.
Κατά πως φαίνεται είναι ο δρόμος σου, ο κήπος σου
με τα παρτέρια του, τα φύλλα του, τα πρωινά θροΐσματά του
που αντάμα με τον άνεμο και το αγουροξυπνημένο πέλαγο
ψάλλει Χαιρετισμούς, σε χαμηλοφτερουγιασμένους γλάρους.
Εκεί να μείνεις, να μη βγεις, οι μάχες στο οχυρό σου,
σαν τον ιππότη νικητής θα βγεις με το όνειρό σου.
Μέσα στο φόβο και στο θάνατο, ανέμελες
ανθίσανε και φέτος πασχαλιές, στην ώρα τους θα πεις
για να στολίσουν επιτάφιους, μα υπομονεύουνε
για να απλωθούν σε ζωηρά τραπέζια, Ανάσταση!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου