Πατέρα
Τούτη την ώρα που με τις ευλογίες της εκκλησίας σε κατευοδώνουμε στο τελευταίο ταξίδι της επίγειας διαδρομής σου προς τις γειτονιές των αγγέλων, θέλω να αγγίξω με τη φωνή της ψυχής μου τη δική σου ψυχή που από χτες βρίσκεται σ΄αυτές τις άλλες γειτονιές. Στις γειτονιές του παραδείσου.
Ολες τις προηγούμενες μέρες έβλεπα κάθε στιγμή τη μάχη σου για να κρατηθείς στη ζωή. Κι όταν χτες το απόγευμα πήρες τη τελευταία αναπνοή σου, ενώ σου κράταγα το χέρι, σκέφτηκα ότι δε πρέπει να κλάψω. Και δεν έπρεπε να κλάψω γιατί έπρεπε να τηρήσω τη τελευταία σου επιθυμία. Ηταν σαφής και απόλυτη η επιθυμία σου αυτή. Στρατιωτική εντολή. Όχι δημοσιότητες, όχι μπάντες και τιμητικά αγήματα, όχι φανφάρες και πρόσκαιρες τιμές, μου είπες πει.
Τις τιμές αλλως τε στις έδωσε η ίδια η ζωή απλόχερα εξαιτίας της στάσης, τη συμπεριφοράς και της προσωπικότητάς σου.
Εξαιτίας του ήθους και της μεγαλοσύνης της ψυχής σου. Εξαιτίας του επαγγελματισμού και της αγάπης σου για την Ελλάδα για την οποία κόπιασες, πολέμησες, φυλακίστηκες στη κατοχή, ίδρωσες, κουράστηκες και συμβατά πάντα με τους στίχους του Αλεξανδρινού ποιητή …..φύλαγες Θερμοπύλες όχι σε εκτέλεση διαταγής αλλά από συναίσθηση χρέους και ευθύνης.
Καθώς κωπηλατείς και συ σήμερα προς την αχερουσία θέλω να ξέρεις πως θα σε θυμάμαι όχι απλά σαν πατέρα. Αλλά θα σε θυμάμαι σαν δάσκαλο ήθους, σαν παρακαταθήκη αξιών της ζωής μου, σαν εντολοδόχο πορείας για το πώς ήθελες εσύ να πορεύομαι ως παιδί σου. Θα θυμάμαι τις ατέλειωτες συζητήσεις μας για τη δύσκολη, ματωμένη εν πολλοίς , διέλευσή σου από τα γήινα. Πολλές φορές αναρωτιόμουν που έβρισκες το κουράγιο να αντιμετωπίσεις όλα όσα σου έτυχαν και μας έτυχαν. Θυμάμαι την μόνιμη απάντησή σου…»Θα κάνεις το σταυρό σου γιέ μου και θα προχωράς. Ετσι είναι η ζωή. Γεμάτη πίκρες και βάσανα. Λίγες είναι οι χαρές της», μου έλεγες.
Σήμερα εσύ, αντίθετα με εμάς, θα είσαι χαρούμενος. Το διαισθάνομαι αλλά και είμαι σχεδόν βέβαιος. Πρώτα απ΄ όλα είσαι κοντά στη μάνα και στο αδικοχαμένο παιδί σου. Είσαι κοντά στους φίλους και στους συμμαχητές σου που έφυγαν πριν από σένα. Στα αμούστακα παιδιά που το φθινόπωρο του 40 μπήκατε στη Σχολή των Ευελπίδων. Θυμάμαι που στεφάνωνες με λόγια τους πρώτους που έφυγαν εκεί, στις παρυφές της Μονής Γωνιάς , στο Κολυμπάρι μα στεφάνωνες και τους επόμενους που έπεσαν στις μάχες του πολέμου και της Ειρήνης.
Κι όταν πήγα ταπεινός προσκυνητής του αγώνα σου μα και του αγώνα των άλλων σαν κι εσένα , ένιωσα περήφανος και εξακολουθώ και είμαι, γιατί το λιτό μνημείο , εκεί στο ακρωτήρι του Χανίων έχει τη δική σου αποτύπωση που τελικά είναι και αποτύπωση των πολλών, της Ελλάδας ολόκληρης , ίσως. Εγραψες λοιπόν εκεί και αυτό θα μένει στους αιώνες ότι τον καλό αγώνα αγωνιστήκατε. Κι αυτό έκανες κι εσύ για μια ολόκληρη ζωή. Γι αυτό και είμαι περήφανος που ήσουν πατέρας μου.
Σε αποχαιρετώ. Θα σε θυμάμαι όσο θα ζώ. Θα σε θυμούνται όσοι σε γνώρισαν.
Καλοτάξιδος να είσαι στο μακρινό τούτο ταξίδι.
Τούτη την ώρα που με τις ευλογίες της εκκλησίας σε κατευοδώνουμε στο τελευταίο ταξίδι της επίγειας διαδρομής σου προς τις γειτονιές των αγγέλων, θέλω να αγγίξω με τη φωνή της ψυχής μου τη δική σου ψυχή που από χτες βρίσκεται σ΄αυτές τις άλλες γειτονιές. Στις γειτονιές του παραδείσου.
Ολες τις προηγούμενες μέρες έβλεπα κάθε στιγμή τη μάχη σου για να κρατηθείς στη ζωή. Κι όταν χτες το απόγευμα πήρες τη τελευταία αναπνοή σου, ενώ σου κράταγα το χέρι, σκέφτηκα ότι δε πρέπει να κλάψω. Και δεν έπρεπε να κλάψω γιατί έπρεπε να τηρήσω τη τελευταία σου επιθυμία. Ηταν σαφής και απόλυτη η επιθυμία σου αυτή. Στρατιωτική εντολή. Όχι δημοσιότητες, όχι μπάντες και τιμητικά αγήματα, όχι φανφάρες και πρόσκαιρες τιμές, μου είπες πει.
Τις τιμές αλλως τε στις έδωσε η ίδια η ζωή απλόχερα εξαιτίας της στάσης, τη συμπεριφοράς και της προσωπικότητάς σου.
Εξαιτίας του ήθους και της μεγαλοσύνης της ψυχής σου. Εξαιτίας του επαγγελματισμού και της αγάπης σου για την Ελλάδα για την οποία κόπιασες, πολέμησες, φυλακίστηκες στη κατοχή, ίδρωσες, κουράστηκες και συμβατά πάντα με τους στίχους του Αλεξανδρινού ποιητή …..φύλαγες Θερμοπύλες όχι σε εκτέλεση διαταγής αλλά από συναίσθηση χρέους και ευθύνης.
Καθώς κωπηλατείς και συ σήμερα προς την αχερουσία θέλω να ξέρεις πως θα σε θυμάμαι όχι απλά σαν πατέρα. Αλλά θα σε θυμάμαι σαν δάσκαλο ήθους, σαν παρακαταθήκη αξιών της ζωής μου, σαν εντολοδόχο πορείας για το πώς ήθελες εσύ να πορεύομαι ως παιδί σου. Θα θυμάμαι τις ατέλειωτες συζητήσεις μας για τη δύσκολη, ματωμένη εν πολλοίς , διέλευσή σου από τα γήινα. Πολλές φορές αναρωτιόμουν που έβρισκες το κουράγιο να αντιμετωπίσεις όλα όσα σου έτυχαν και μας έτυχαν. Θυμάμαι την μόνιμη απάντησή σου…»Θα κάνεις το σταυρό σου γιέ μου και θα προχωράς. Ετσι είναι η ζωή. Γεμάτη πίκρες και βάσανα. Λίγες είναι οι χαρές της», μου έλεγες.
Σήμερα εσύ, αντίθετα με εμάς, θα είσαι χαρούμενος. Το διαισθάνομαι αλλά και είμαι σχεδόν βέβαιος. Πρώτα απ΄ όλα είσαι κοντά στη μάνα και στο αδικοχαμένο παιδί σου. Είσαι κοντά στους φίλους και στους συμμαχητές σου που έφυγαν πριν από σένα. Στα αμούστακα παιδιά που το φθινόπωρο του 40 μπήκατε στη Σχολή των Ευελπίδων. Θυμάμαι που στεφάνωνες με λόγια τους πρώτους που έφυγαν εκεί, στις παρυφές της Μονής Γωνιάς , στο Κολυμπάρι μα στεφάνωνες και τους επόμενους που έπεσαν στις μάχες του πολέμου και της Ειρήνης.
Κι όταν πήγα ταπεινός προσκυνητής του αγώνα σου μα και του αγώνα των άλλων σαν κι εσένα , ένιωσα περήφανος και εξακολουθώ και είμαι, γιατί το λιτό μνημείο , εκεί στο ακρωτήρι του Χανίων έχει τη δική σου αποτύπωση που τελικά είναι και αποτύπωση των πολλών, της Ελλάδας ολόκληρης , ίσως. Εγραψες λοιπόν εκεί και αυτό θα μένει στους αιώνες ότι τον καλό αγώνα αγωνιστήκατε. Κι αυτό έκανες κι εσύ για μια ολόκληρη ζωή. Γι αυτό και είμαι περήφανος που ήσουν πατέρας μου.
Σε αποχαιρετώ. Θα σε θυμάμαι όσο θα ζώ. Θα σε θυμούνται όσοι σε γνώρισαν.
Καλοτάξιδος να είσαι στο μακρινό τούτο ταξίδι.
Είναι ευλογία να σε τιμάει το παιδί σου και εν ζωή και μετά θάνατον, όχι απλώς ως καλό γονιό, αλλά ως ηθικό και πνευματικό πρότυπο. Δημήτρη, αξιώθηκες έναν σπουδαίο πατέρα, αλλά κι εσύ τον αξίωσες. Να τον θυμάσαι πάντα και να σε δυναμώνει η σκέψη του.
ΑπάντησηΔιαγραφήφίλε Δημήτρη, δε σου κρύβω ότι με συγκίνησε α αοχαιρετισμός στον Πατέρα σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι μακάρι κ εμείς όταν φύγομε να αφήσομε πίσω ανθρώπους να μας αποχαιρετίσουν έτσι.
Αγαπητέ φιλε κ Δημήτρη, δεν άφησε ασυγκλόνιτη την οικογένειά μας η είδηση του χαμού αυτού του μοναδικού ανθρώπου, που ήταν πραγματικά πρότυπο δυναμισμού και ήθους για καθέναν από εμάς! Ούτε κι εγώ θα άφηνα τον εαυτό μου να δακρύσει, γιατι αυτό που αισθάνομαι γι’αυτόν τον άνθρωπο είναι πάνω απ’όλα η αξίωση και η τιμή που είχα να τον γνωρίσω, έστω και λίγο στην παιδική μου ηλικία, καθώς πάντα θα είναι αυτός που θα μου δείχνει πόσο δυνατός μπορεί να είναι ο άνθρωπος στη ζωή του, αρκεί να το θέλει. Καλό του ταξίδι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιαννούλης